- Λεπτομέρειες
- Τελευταία ενημέρωση : 09 Φεβρουαρίου 2017 09 Φεβρουαρίου 2017
Ξεκινήσαμε από τη Νίκαια και το Αιγάλεω, Δευτέρα πρωί, 5/9, με το πούλμαν και αναχωρήσαμε από το λιμάνι του Πειραιά, αφού συγκεντρώθηκαν εκεί και οι τελευταίοι φίλοι. Το ταξίδι μας άνετο και χωρίς πολλές αναταράξεις μας επέτρεψε να απολαύσουμε κατά παρέες τη διαδρομή... Φτάσαμε στο νησί της Αριάδνης και του Θησέα ή και του Διόνυσου, τη Νάξο, κατά τις 12:30 μ.μ. και αμέσως πήραμε τον δρόμο για το ξενοδοχείο μας στη Στελίδα, κοντά στο αεροδρόμιο του νησιού και δίπλα στη Λαγκούνα, με τις παλιές αλυκές, και τα Κλεφτονήσια.
Πήραμε τα δωμάτιά μας, τακτοποιηθήκαμε και κατεβήκαμε για το μεσημεριανό μας στην τραπεζαρία, δίπλα στην πισίνα και με θέα απέναντι στην όμορφη Χώρα, την πρωτεύουσα του νησιού.
Μετά από λίγη siesta μπήκαμε πάλι στο πούλμαν και κατευθυνθήκαμε προς τη Χώρα, όπου κάναμε τις βόλτες μας στο Κάστρο, την κατάμεστη παραλιακή, η οποία πεζοδρομείται πάντα τις βραδινές ώρες το καλοκαίρι και επισκεφθήκαμε το Ενετικό Μουσείο, όσοι θέλαμε, αφού ήταν ανοιχτό ως τις 10 το βράδυ.
Πριν απ΄όλα ανεβήκαμε στον λόφο της Πορτάρας ( σήμα - κατατεθέν της Νάξου ), τα Παλάτια, για το ηλιοβασίλεμα κυρίως, αλλά και για να θαυμάσουμε από κοντά τη μεγάλη πύλη του ναού του Απόλλωνα, που χτίστηκε γύρω στο 530 π.Χ. , όταν στη Νάξο ήταν τύραννος ο Λύγδαμης. Πάνω στον ναό αυτόν οι χριστιανοί όρθωσαν αργότερα μια βασιλική, από την οποία μπορεί κανείς να δει σήμερα την αψίδα του Ιερού ανάμεσα στα θεμέλια του αρχαϊκού ναού.
Η βόλτα στα σοκάκια του ενετικού Κάστρου ( 13ος αι.) ήταν μοναδική και μας ικανοποίησε όλους, παρόλο που ο δρόμος ήταν συνεχώς ανηφορικός ως την κορυφή. Περάσαμε από τα σοκάκια του Μπούργου, όπου κατοικούσαν κάποτε οι αστοί, Έλληνες και Λατίνοι, και μπήκαμε στο Κάστρο από την “Τρανή Πόρτα” στα Β.Α. Εκεί δίπλα βρίσκεται και το Ενετικό Μουσείο, το οποίο επισκεφθήκαμε οι περισσότεροι και περιηγηθήκαμε στις αίθουσες του ισογείου και του υπογείου του με τα κάθε λογής εκθέματα: φωτογραφίες, είδη ένδυσης, βιβλία, εργαλεία, έπιπλα και πολλά άλλα ενδιαφέροντα. Δίπλα του και ο μοναδικός σωζόμενος πύργος του Κάστρου ( από τους 12 συνολικά ), ο πύργος Κρίσπι – Γλέζου, ο οποίος στεγάζει το Βυζαντινό Μουσείο του νησιού.
Συνεχίσαμε έπειτα τη βόλτα μας στα πλακόστρωτα και μισοφωτισμένα στενά σοκάκια με τα ασβεστωμένα σπίτια, αρχοντικά, ως επί το πλείστον, με τα οικόσημά τους στο υπέρθυρο τα περισσότερα, μια και ανήκαν σε παλιές κυρίως ενετικές οικογένειες. Ψηλά στο πλάτωμα της κορυφής του Κάστρου που έχτισε ο Μάρκος Σανούδος, όταν περιήλθε σε αυτόν το νησί στα 1207, βρίσκονται το Αρχαιολογικό Μουσείο, η Καθολική Μητρόπολη και το Πνευματικό Κέντρο της, ηανακαινισμένη Σχολή Ουρσουλινών και η Εμπορική Σχολή, όπου φοίτησε και ο Νίκος Καζαντζάκης, για 1-2 χρόνια. Η Σχολή Ουρσουλινών ήταν μοναστήρι του τάγματος των Ιησουιτών μοναχών, που εγκαταστάθηκαν στη Νάξο στις αρχές του 17ου αι. Το θέρετρό τους βρισκόταν στα Καλαμίτσια, στην περιοχή των Μελάνων, όπου λέγεται πως έφεραν, αυτοί για 1η φορά στο νησί, την καλλιέργεια των πορτοκαλιών.
Βγήκαμε από το “Παραπόρτι” του Κάστρου στα Ν.Δ., που οδηγεί στην πλατεία του Μακεδονομάχου Πραντούνα με την προτομή του, και κατεβήκαμε στα μαγαζάκια της παραλιακής, για να τσιμπήσουμε κάτι ή να αγοράσουμε κάποια τοπικά προϊόντα ή κανένα ενθύμιο. Στη βόλτα μας έξω από το Κάστρο περάσαμε κι από τη Μητρόπολη των Ορθοδόξων, τη Ζωοδόχο Πηγή, κτίσμα του 1780, με τα πολλά εκκλησάκια ολόγυρα και το Επιτόπιο Αρχαιολογικό Μουσείο απέναντί της. Αναχωρήσαμε κατά τις 11 το βράδυ και πήγαμε για ύπνο.
Την Τρίτη, 6/9, φύγαμε στις 8 για Χαλκί, Απείρανθο, Κόρωνο, απ΄όπου ξεκίνησε η 4ωρη πεζοπορία ως τον παραθαλάσσιο οικισμό του Απόλλωνα, στα Β.Α. του νησιού. Δέκα συνολικά φίλοι μας κατηφόρισαν μέσα από το χωριό της Κορώνου προς το γειτονικό Σκαδό, την Κεραμωτή ή Κορωνίδα, για να φτάσουν ως τον Απόλλωνα. Πριν ακουλουθήσουν την τελευταία κατηφοριά προς τη θάλασσα, επισκέφθηκαν, όσοι ήθελαν, τα αρχαία λατομεία της περιοχής με τον δεκάμετρο και πλέον ημίεργο κούρο (Απόλλωνα ή Διόνυσο κατ΄άλλους). Η διαδρομή τους ήταν όμορφη και το μονοπάτι καλό και πολύ καλά σηματοδοτημένο, αλλά η ζέστη και ο ήλιος ταλαιπώρησαν κάπως τους λιγοστούς “γενναίους” μας. Οι τουρίστες, περί τους 25, τη μέρα αυτή παραμείναμε στη γραφική Κόρωνο, κάνοντας βόλτες στα ασβεστωμένα πλακόστρωτα σοκάκια, πίνοντας καφεδάκι κάτω από τη δροσερή σκιά της κληματαριάς στη μικρή κεντρική πλατεία, συζητώντας λίγο και με τους ντόπιους. Προσκυνήσαμε στην εκκλησία της Αγ. Μαρίνας στην ομώνυμη πλατεία του χωριού και φύγαμε έπειτα προς τα ανατολικά, για να κάνουμε μια επίσκεψη στην Παναγιά την Αργοκοιλιώτισσα, στην τοποθεσία της Κορώνου Αργοκοίλι. Κατηφορίσαμε στο πλάι των εγκαταλειμμένων πλέον κελιών προς τον νέο και αφύσικα τεράστιο για την ύπαιθρο ναό και έπειτα προς την παλιά μονόκλιτη εκκλησία, κτίσμα του 1851. Εκεί φυλάσσεται η μικρή εικόνα της Παναγίας από κηρομαστίχα, την οποία μας εμφάνισε ο φύλακας του χώρου, αφού την έφερε από το Ιερό Βήμα, για αν την προσκυνήσουμε. Βρέθηκε στα 1836 και εικάζεται πως είναι δημιούργημα του Ευαγγελιστή Λουκά. Μπήκαμε και στο σπήλαιο, όπου ρέει αγίασμα – κάποιοι μάλιστα κατέβηκαν κι από την από οροφής έξοδο. Προσκυνήσαμε κι εδώ και φύγαμε για τα χωριά Σκαδό, Μέση, Κεραμωτή. Στο τελευταίο χωριό, στην περιοχή Χωστή, είναι που βρέθηκε θολωτός μυκηναϊκός τάφος, ο μοναδικός στη Νάξο και ο ένας από τους 3 που υπάρχουν στις Κυκλάδες. Στη διαδρομή μας είχαμε την τύχη να μας συντροφεύει ο παλιός εναέριος, “ φάντασμα πια του παρελθόντος ”, ο οποίος ξεκινούσε από το βουνό Αμμόμαξη πάνω από αυτά τα χωριά και κατέληγε στο λιμάνι της Μουτσούνας, όπου το σμυρίγλι ή σμύριδα που μετέφεραν τα βαγονάκια του κατέληγαν στα πλοία, για εξαγωγές ακόμα και στο εξωτερικό. Τραγική η ιστορία των χωριών της Κορώνου και του Σκαδού, όταν λόγω του κλεισίματος των σμυριδωρυχείων στα χρόνια της Κατοχής πέθαναν από ασιτία πάρα πολλοί κάτοικοί τους.
Και οι τουρίστες επισκεφθήκαμε τον περίφημο Κούρο του Απόλλωνα και, αφού βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες, κατεβήκαμε στην παραλία για μπάνιο και φαγητό. Όταν έφτασαν και οι τελευταίοι πεζοπόροι, αναχωρήσαμε όλοι μαζί για τη Χώρα, παίρνοντας τον δρόμο από τη βόρεια πλευρά του νησιού. Σταματήσαμε για φωτογραφίες στον Πύργο της Αγιάς, ο οποίος ανήκε στην ορθόδοξη οικογένεια των Κόκκων και χρονολογείται στον 17ο αι.Υπέστη μεγάλες ζημιές από πυρκαγιά στα 1992, η οποία κατέστρεψε σημαντικά τμήματα του επιβλητικού αυτού πύργου. Περάσαμε από τον κάμπο Κωμιακής, τη Μονή Φανερωμένης, του 16ου αι., το Φράγμα, τα όμορφα και καταπράσινα χωριά Εγγαρές και Γαλήνη και σύντομα βρεθήκαμε πίσω στη Χώρα και το ξενοδοχείο μας. Δειπνήσαμε και βγήκαμε, όσοι θέλαμε, για ένα ποτό και μια βραδινή βόλτα, με τα πόδια, στον κοντινό Προκόπη.
Τετάρτη, 7/9, μετά το πρωινό μας επισκεφθήκαμε το Αρχαιολογικό Μουσείο της Χώρας, στο οποίο φιλοξενείται η σημαντικότερη συλλογή πρωτοκυκλαδικών εκθεμάτων, μετά από εκείνη του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου της Αθήνας. Μαρμάρινα μικρά ή μεγαλύτερα ειδώλια, αγγεία, εργαλεία, όπλα, κοσμήματα και άλλα ευρήματα από τάφους κυρίως της περιόδου ακμής του κυκλαδικού πολιτισμού, 3.200-2000 περίπου π.Χ. κοσμούν τις προθήκες του Μουσείου αυτού, όπου μπορεί κανείς να δει και πολλά εκθέματα από τη γεωμετρική αλλά και από την ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή, όπως το άγαλμα του Μάρκου Αντώνιου ως Νέου Διονύσου με Μαινάδα στο χέρι. Ενδιαφέρον και το ψηφιδωτό στην ατμοσφαιρική ταράτσα του μουσείου, με ημίγυμνη γυναίκα που ιππεύει θαλάσσιο τέρας, από την οποία έχει κανείς θέα προς το πίσω μέρος του Κάστρου και το κοντινό χωριό Αγκίδια.Φεύγοντας από το Μουσείο είχαμε την τύχη να βρούμε ανοιχτή την καθολική μητρόπολη, την Υπαπαντή, γιατί γινόταν λειτουργία εκείνη την ώρα. Κάποιος καλός κύριος μας μίλησε για τον ναό και για την αμφιπρόσωπη εικόνα της Παναγίας Ελεούσας, του 11ου μάλλον αι., η οποία παριστάνει στη μία πλευρά την Παναγία Βρεφοκρατούσα και τον Ιωάννη Πρόδρομο στην άλλη. Η ιστορία της μεγάλη και ξεκινά από τη βυζαντινή εποχή.Σειρά είχε η επίσκεψή μας στην καταπράσινη και δροσερή Ποταμιά. Μια μικρή ομάδα κατέβηκε από το πούλμαν στο μεσαίο χωριό ( Πλατανάκι), απ΄όπου ξεκίνησε πεζοπορία ως το βάθος της ρεματιάς στην περιοχή Λιεράδο, όπου βρίσκεται ο Πύργος του Κόκκου, χτισμένος στα 1686. Διέθετε αλευρόμυλο στο υπόγειο και επάλξεις στην ταράτσα του κάποτε. Ανήκε και αυτός στην ορθόδοξη οικογένεια των Κόκκων, η οποία ήρθε σε σύγκρουση με την καθολική των Μπαρότση, με αποτέλεσμα να δολοφονηθεί ο Κωνσταντίνος Κόκκος. Σήμερα έχει επισκευαστεί πλέον η οροφή του, ώστε να μην κινδυνεύει το εσωτερικό του πύργου αυτού από τις βροχοπτώσεις και την υγρασία. Το ενδιαφέρον είναι ότι διαθέτει στα υπέρθυρα τόσο της κύριας θύρας όσο και των εσωτερικών διάφορα αποφθέγματα, σοφές κουβέντες, όπως “ Μνήμη θανάτου χρησιμεύει τω βίο ” κ.ά. Μετά από μια διαδρομή μισής περίπου ώρας και μέσα από ένα σκιερό μονοπάτι η ομάδα έφτασε στην πηγή του Φαρατσού, κοντά στην οποία υπήρχε νερόμυλος και από την οποία ξεκινά η Άνω Ποταμιά, στην Πηγή της οποίας συναντηθήκαμε όλοι για ένα καφεδάκι, ένα αναψυκτικό, ένα κομμάτι πορτοκαλάκια ή καρυδόπιτα ακόμα...
Έχοντας ξεκουραστεί αρκετά, τόσο το σώμα όσο και το μυαλό μας, φύγαμε για άλλη μια αρχαιολογική επίσκεψη, στο Φαγκρί. Ο ναός της Δήμητρας στη θέση Γύρουλας Σαγκρίου αναστυλώθηκε εδώ και μερικά χρόνια και γύρω του διαμορφώθηκε ένας όμορφος χώρος, μέσα στον οποίο εντάχθηκε ομαλά και το μετατοπισμένο εκκλησάκι του Αϊ-Γιάννη, που είχε χτιστεί πάνω στα αρχαία. Ο ναός της Δήμητρας-θεάς της ευφορίας και της γονιμότητας χτίστηκε γύρω στο 530 π.χ., είναι φτιαγμένος από μάρμαρο και σε αυτόν συλλατρεύονταν διάφορες θεότητες της γης. Κάποτε ήταν ένα σημαντικό θρησκευτικό κέντρο για τους αγροτικούς πληθυσμούς της εύφορης αυτής περιοχής... Μετά την επίσκεψή μας πήραμε τον δρόμο για το Καστράκι για μπάνιο και γεύμα. Βρίσκεται στη δυτική πλευρά του νησιού, στη συνέχεια των παραλιών της Πλάκας και της Μικρής Βίγλας. Αφήνοντας στα δεξιά μας τον Πύργο του Όσκελου, του 17ου μάλλον αι., επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο περνώντας μέσα από τα χωριά Βίβλος ( Τρίποδες ), Άγ. Αρσένιο ( Αγερσανί ), Γλινάδο. Μετά το δείπνο κατεβήκαμε με το πούλμαν στη Χώρα για μια μικρή βόλτα, ένα παγωτάκι, γλυκάκι, κάποιες αγορές επίσης.
Πέμπτη, 8/9, ημέρα του Γενεσίου της Θεοτόκου, πήραμε πάλι τον δρόμο για τα χωριά της Δρυμαλίας, περνώντας από τις 3 Ποταμιές και βλέποντας το Απάνω Κάστρο, με το βυζαντινά εκκλησάκια της Παναγιάς της Καστριανής και του Αγ. Γεωργίου. Στην περιοχή της Δρυμαλίας βρίσκεται και η Μονή, το χωριό που πήρε το όνομά του από το μοναστήρι της Παναγιάς Δροσιανής. Ο ναός, μοναδικός ως προς την αρχιτεκτονική του, μια και αποτελεί σύμπλεγμα τρίκογχου ναού με τρία παρεκκλήσια, χτίστηκε αρχικά στον 6ο αι. μ.Χ., διαθέτει σπουδαιότατες τοιχογραφίες, όπως αυτές της Παναγίας Νικοποιού και του Χριστού με διπλή απεικόνιση στον τρούλο, αγένειου και με γενειάδα σε ώριμη ηλικία. Ονομάστηκε έτσι, γιατί ολόγυρα υπάρχει πολλή δροσιά ή γιατί η εικόνα της Παναγιάς δρόσιζε με τα θαύματά της ή επειδή “ ίδρωνε”, όταν το χωριό απειλούνταν.
Η λειτουργία πανηγυρική, μια και ήταν παρών και ο μητροπολίτης Παροναξίας, αλλά οι 17 πεζοπόροι τουλάχιστον έπρεπε να φύγουν γρήγορα κι έτσι, μετά από μια σύντομη περιήγηση στο εσωτερικό και το εξωτερικό της μονής, άφησαν τον όμορφο χώρο καθώς και την τελετή που τελούνταν εκεί. Οι τουρίστες παρέμειναν για λίγο ακόμη. Προλάβαμε πάντως όλοι να πάρουν ένα κομμάτι άρτο από την αρτοκλασία, που μόλις είχε ολοκληρωθεί. Φωτογραφηθήκαμε και αναχωρήσαμε... Το μονοπάτι 4 ήταν πραγματικά πολύ ενδιαφέρον, μια και το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής γινόταν μέσα σε ελαιώνες και βελανιδιές, κάτω από σκιές δηλαδή. Ο “Βυζαντινός περίπατος της Τραγαίας” όμως είναι ενδιαφέρων, γιατί συναντά κανείς πολλά βυζαντινά και μεταβυζαντινά εκκλησάκια ( χρονολογούνται από τον 6ο ως τον 4ο μ.Χ. αι.) και με σημαντικές τοιχογραφίες μάλιστα στο εσωτερικό τους. Δυστυχώς τα περισσότερα γι΄αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι κλειστά, αλλά ευτυχώς εμείς ήμαστε τυχεροί, διότι αφενός εντελώς τυχαία ένας καλός Αξώτης εμφανίστηκε με κλειδιά στα χέρια για την Παναγιά τη Ραχιδιώτισσα στα Μονοίτσια και από την άλλη είχαμε πάρει κλειδί για τον Άγιο Γεώργιο τον Διασορίτη στο Χαλκί από τον ιερέα του χωριού. Στη Ράχη ( Μονοίτσια ) συναντήσαμε πολλά εκκλησάκια και ανάμεσά τους τον Ταξιάρχη, ο οποίος έχει πολύ πρόσφατα αναστυλωθεί σημαντικά, αλλά επειδή τόσο αυτός ο ναός όσο κι εκείνος του Αγ. Ισιδώρου βρίσκονται στην απέναντι όχθη της ρεματιάς, δεν φτάσαμε ως εκεί. Είδαμε επίσης τον Άγ. Αντώνιο και τους δίδυμους Άγ. Νικόλαο και Δημήτριο. Ικανοποιημένοι από αυτή τη σύντομη πεζοπορία ( μιάμιση ωρίτσα μας πήρε), αφού δεν υπήρξαν κάποιοι “θιασώτες” για την ανάβαση στον Ζα ( το ψηλότερο βουνό των Κυκλάδων, 1004 μ. ) και στο ομώνυμο σπήλαιο, σύμφωνα με το πρόγραμμα της εκδρομής μας, πλησιάσαμε το χωριό του Χαλκίου. Εκεί μας ανέμεναν οι τουρίστες, οι οποίοι στο μεταξύ είχαν κάνει τις βόλτες τους στο γραφικό και αμφιθεατρικά χτισμένο Φιλότι, από τα μεγαλύτερα χωριά της Νάξου. Επισκέφθηκαν την Παναγιά τη Φιλωτίτισσα, από τις ωραιότερες του νησιού, με μαρμάρινο τέμπλο, γλυπτό καμπαναριό και σπάνιες εικόνες, και έκαναν βόλτες στα σοκάκια, ενώ δεν έχασαν την ευκαιρία, στο λίγο χρόνο που διέθεταν, να πιουν κι ένα καφεδάκο κάτω από τα πανύψηλα σκιερά πλατάνια της κεντρικής πλατείας. Αξιόλογος στο χωριό είναι επίσης ο Πύργος του Μπαρότση. Έπειτα γύρισαν πίσω στο Χαλκί.
Ο παπάς του χωριού άνοιξε στο Χαλκί για χάρη μας τον ναό της Παναγιάς της Πρωτόθρονης, του 9ου – 10ου αι., και ακούραστα μας ξενάγησε, εξιστορώντας με λεπτομέρειες την ανακάλυψη των διάφορων στρωμάτων των τοιχογραφιών της εκκλησίας, των τάφων στο δάπεδο και πολλά άλλα. Τον διακόψαμε όμως, γιατί έπρεπε να φύγουμε για το μπάνιο και το γεύμα μας στη Μουτσούνα και για τη βόλτα μας στην Απείρανθο στη συνέχεια. Ήταν όμορφη και η διαδρομή προς τη Μουτσούνα παρά τις πολλές στροφές του δρόμου, γιατί μπορέσαμε κι εδώ να εντοπίσουμε απομεινάρια του διατηρητέου πλέον και πολύ καλά διατηρημένου “εναέριου” σιδηρόδρομου και φυσικές ομορφιές. Στις εγκαταστάσεις με την τεράστια πετρελαιομηχανή έλξης και τους αποθηκευτικούς χώρους κάτω στο λιμάνι “κουφάρια” πλέον, έρημα και μόνα τα βαγονάκια, και οι γερανοί στην προβλήτα μαρτυρούν επίσης το ένδοξο κάποτε παρελθόν όλης της περιοχής. Όταν πια σταμάτησε η άνθηση του εμπορίου της σμύριδας, λόγω του ότι εφευρέθηκε το τεχνητό σμυρίγλι, το κορούνδιο, έπαψε η φόρτωση στα πλοία από αυτό το λιμάνι και σήμερα πλέον μεταφέρεται οδικώς από τα ορυχεία. Μετά το μπάνιο και το γεύμα σε κάποιο από τα παραλιακά ταβερνάκια, ανηφορίσαμε ως την πλανεύτρα Απείρανθο, το “Μαρμάρινο χωριό”, με το ξεχωριστό ιδίωμα, τα ήθη κι έθιμα, όπου είχαμε 3 περίπου ώρες στη διάθεσή μας. Επισκεφθήκαμε τα 4 από τα 5 μουσεία που διαθέτει το μεγαλοχώρι (Λαογραφικό, Γεωλογικό, εικαστικών τεχνών και Φυσικής Ιστορίας ), τα οποία ήταν ακόμα ανοιχτά, ενώ το Αρχαιολογικό είχε ήδη κλείσει. Μας ξενάγησαν πρόθυμα σε όλα και μάθαμε πολλά πράγματα. Δεν το λένε άδικα “ χωριό των καλλιτεχνών και των μουσείων”...
Κάναμε πολλές βόλτες στα γραφικά κι ασβεστωμένα σοκάκια, ανηφορίσαμε ως την κορυφή του λόφου, περάσαμε από τον εντυπωσιακό πύργο Ζευγώλη-Γλέζου (17ου αι.) στην είσοδο του χωριού, μπήκαμε ακόμα και μέσα σε απειραθίτικο σπίτι, μετά από πρόσκληση του ιδιοκτήτη, προσκυνήσαμε στην Παναγιά την Απεραθίτισσα με το περίτεχνο μαρμάρινο καμπαναριό και τέμπλο, απολαύσαμε τη δροσιά κάτω από τις θολωτές καμάρες...
Ήπιαμε το καφεδάκι μας, το αναψυκτικό μας, δοκιμάσαμε κάποιο γλυκάκι στα μαγαζάκια δίπλα στην Παναγιά ή στην “πλάτσα”, τη μικρή κεντρική πλατεία, και φύγαμε χορτάτοι από το παραδοσιακό χωριό το απογεματάκι.
Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο, ξεκουραστήκαμε λίγο και κατεβήκαμε για το δείπνο μας. Μετά από αυτό μπήκαμε στο πούλμαν, οι περισσότεροι, και πήγαμε στην Κάτω Ποταμιά, όπου γινόταν το πανηγύρι της Θεοσκέπαστης. Πάρα πολλά τραπέζια βρίσκονταν στρωμένα στην τεράστια αυλή μιας ταβέρνας, λίγο έξω από το χωριό, ενώ η προσέλευση συνεχιζόταν μέχρι αργά. Χορέψαμε αρκετούς χορούς ως τις 2:30 τα ξημερώματα, με τη συνοδεία της ζωντανής κυκλαδίτικης ορχήστρας, πίνοντας και το κρασάκι μας με ένα μικρό μεζεδάκι μόνο. Το κέφι μεγάλο και δύσκολη η αποχώρηση, αφού περνούσαμε τόσο ωραία! Είχαμε όμως και πολύ πρωινό ξύπνημα... Παρασκευή, 9/9, και, αφού φορτώσαμε τις αποσκευές μας στο πούλμαν, φύγαμε για το λιμάνι, όπου πήραμε το πλοίο για την Πάρο. Σε ¾ περίπου ήμασταν στην Παροικιά, την πρωτεύουσα της Πάρου. Αποβιβαστήκαμε και απευθείας πήγαμε να επισκεφθούμε το Αρχαιολογικό Μουσείο ή την Καταπολιανή. Μεγάλο και με σημαντικά εκθέματα το Μουσείο, κυρίως συλλογές γλυπτών έργων από την αρχαϊκή και την κλασική εποχή, με τη Νίκη της Πάρου και τη Γοργώ να ξεχωρίζουν ανάμεσά τους. Και πρωτοκυκλαδικά όμως ευρήματα και κεραμική διαφόρων περιόδων κοσμούν τις προθήκες του μουσείου.
Το προσκύνημα στην Εκατονταπυλιανή ή Καταπολιανή εντυπωσίασε τους πάντες, εφόσον έχουμε να κάνουμε με έναν περισπούδαστο στο πανελλήνιο παλαιοχριστιανικό ναό, που έχει συνδέσει το όνομά του και τη δημιουργία του με τον Μ. Κων/νο και τη μητέρα του Ελένη (4ο αι.μ.Χ.), αλλά και με τον Ιουστινιανό ( 6ο αι.), καθώς επίσης και για την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και τη διακόσμησή του. Αρκετά τα παρεκκλήσια που περιβάλλουν τον ναό και φυσικά πολύ ενδιαφέρον το Βαπτιστήριο στη νότια πλευρά του κύριου ναού. Είναι ένας ξεχωριστός 3κλιτος ναός με μαρμάρινη σταυρόσχημη κολυμβήθρα στον χώρο του Ιερού Βήματος. Το περίφημο παριανό μάρμαρο, σχεδόν διάφανος “λυχνίτης”, όπως λέγεται, γενικά έχει χρησιμοποιηθεί στη μονή κατά κόρον ( μαρμάρινο κιβώριο και σύνθρονο στο Ιερό Βήμα, μαρμάρινο και το εικονοστάσιο ). Αφήσαμε την Παροικιά και πήραμε τον δρόμο για τη Νάουσα, τη δεύτερη σε πληθυσμό κωμόπολη του νησιού. Εδώ παραμείναμε για μία περίπου ώρα και κάναμε βολτίτσες στα παραδοσιακά κυκλαδίτικα σοκάκια, τα τόσο αγαπημένα, ανεβήκαμε στο “καστέλλι”, τον ενετικό προμαχώνα, μπήκαμε σε διάφορες μικρές ή μεγάλες και, ως επί το πλείστον, παλιές εκκλησιές. Ευτυχώς που ήταν ακόμα πρωί και δεν υπήρχε συμφόρηση, γιατί, αν έρθει κανείς εδώ κατακαλόκαιρο και βράδυ, είναι αδύνατον να μπορέσει να κινηθεί όχι μόνο στα στενάκια αλλά και ανάμεσα στα μαγαζάκια που απλώνουν τις καρέκλες τους μέχρι και δίπλα στο νερό...Φύγαμε για το Πίσω το Λιβάδι στη συνέχεια, περνώντας από τον Πρόδρομο και τη Μάρπησσα, ένα από τα ωραιότερα χωριά της Πάρου. Αφού κολυμπήσαμε και γευματίσαμε στο Πίσω Λιβάδι, κάνοντας τον γύρο, επιστρέψαμε στην Παροικιά, περνώντας από Δρυό, Αλυκή, Πούντα, απ΄όπου γίνεται και το πέρασμα στην αντικρινή Αντίπαρο.
Στην πρωτεύουσα είχαμε πάλι αρκετό χρόνο, μέχρι να πάρουμε το πλοίο για Πειραιά, για βόλτες στα γραφικά πλακόστρωτα σοκάκια της Παλιάς πόλης ως ψηλά στο ενετικό κάστρο του 13ου αι. μ.Χ.. Στο χτίσιμό του έχουν χρησιμοποιηθεί μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη από αρχαίους ναούς, όπως αυτός της Αθηνάς , πολλά από τα οποία μπορεί να δει ο επισκέπτης και στα σπίτια που βρίσκονται στην περιοχή του κάστρου. Δίπλα σε αυτό βρίσκεται και ο εντυπωσιακός κατάλευκος ναός των Αγ. Κων/νου και Ελένης, που αντικρίζει τη θάλασσα. Στη βόλτα μας ανακαλύψαμε το σπίτι της Μαντώς Μαυρογένους και πολλά άλλα αρχοντικά νεοκλασικά, όπως και το Φραγκομονάστηρο, πολύ κοντά στην Καταπολιανή.
Όσοι δεν είχαν επισκεφθεί την Καταπολιανή το έκαναν αυτό το διάστημα, κατά το οποίο μάλιστα ήταν ανοιχτό και το εκκλησιαστικό μουσείο της Πάρου.
Μπήκαμε στο καράβι γεμάτοι εντυπώσεις έντονες κι από τα δύο νησιά, αλλά περισσότερο, φυσικά, από τη Νάξο, την οποία είχαμε την ευκαιρία να νιώσουμε, να γνωρίσουμε καλύτερα, μια και μείναμε 4 μέρες και νύχτες. Δεν ήταν όμως αρκετές και υποσχεθήκαμε να επανακάμψουμε με νέες δυνάμεις και στόχους...
Το ταξίδι μας ως τον Πειραιά το ίδιο ευχάριστο και άνετο, όπως εκείνο της 1ης μας μέρας. Στις 11:30 το βράδυ βρισκόμαστε στα πάτρια και ο καθένας πήρε τον δρόμο του, την ίδια ώρα όμως που όλους μας συνέδεαν οι ίδιες μοναδικές εμπειρίες, τα ίδια βιώματα των ημερών που πέρασαν...